Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2019

Μετά την ψυχρολουσία τί;


Οι 153 ψήφοι υπέρ της συμφωνίας των Πρεσπών, ήταν κάτι σαν μία γερή απότομη σπρωξιά στα παγωμένα νερά της πανέμορφης λίμνης μας. Όσο κι αν ήταν αναμενόμενο το αποτέλεσμα.
Είναι, κι από πάνω, εκείνοι οι πανηγυρισμοί οι διεθνείς, που σε κάνουν να αναρωτιέσαι για πολλά. Είναι λογικό να σκέπτεται κανείς ότι αυτό το φαινόμενο χρειάζεται εξήγηση. Όλοι ξέρουμε ότι σε δημοψήφισμα η συμφωνία θα πήγαινε άπατη. Πανηγυρίζουν διεθνώς, λοιπόν, ενώ το ξέρουν ή ενώ δεν το ξέρουν;

Μία ψύχραιμη αναγνώριση της νέας πραγματικότητας, πρώτα απ’ όλα, έχει να αντιπαλέψει τη μυθοπλασία. Χρειάζεται κάποιος στοιχειοθετημένος έλεγχος των μύθων που πίστεψε ο καθένας μας, όλα αυτά τα κάπου 28 χρόνια του Μακεδονικού. Μόνον έτσι δεν θα πιστέψουμε σε νέους μύθους.
Μία πιο σοβαρή αναγνώριση της νέας πραγματικότητας, δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει κι ένα προσεκτικό διάβασμα της συμφωνίας. Είναι άλλο να ακούει κανείς κρίσεις γι’ αυτό το κείμενο, έστω και με αποσπάσματα εντός εισαγωγικών, κι άλλο να το διαβάζει.
Κάπου εκεί, στο άρθρο 7 παράγραφος 4, διαβάζοντας τη Μακεδονία μας να καταγράφεται επισήμως ως «βόρεια περιοχή του Πρώτου Μέρους», η απορία προκύπτει αβίαστα: γιατί τόση μειοδοσία;
Ατασθαλία ομηριστί, πάντως, βεβαιώθηκε. Έστω και την τελευταία στιγμή, υποδείχθηκε στη Βουλή η απίστευτη διατύπωση. Και δεν δόθηκε καν απάντηση. Το βέβαιο, όμως, είναι ότι πλέον δεν μπορεί να ισχυρισθεί κανείς ότι δεν το πρόσεξε.
Για περισσότερα: «Ανατομία της συμφωνίας των Πρεσπών» (20.1.19)

Βέβαιο, όμως, είναι και κάτι άλλο. Κανείς δεν το «σήκωσε» τόσο αυτό το τρανταχτό θέμα, ώστε να επιχειρήσει να ανατρέψει το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας. Κι όμως, θα μπορούσε να στηρίξει τις πιο υψηλές αντιπολιτευτικές κορώνες.
Μία εξήγηση, είναι γιατί δεν θα άλλαζε τίποτα. Η άλλη, γιατί στις επόμενες εκλογές θα έχει πιο χειροπιαστά αποτελέσματα. Μια εντελώς αλλιώτικη: δεν πολυκατάλαβαν την επ’ αυτοφώρω σύλληψη της μειοδοσίας.
Εκπλήσσει, πραγματικά, το πώς φθάνει η Ελλάδα να υπογράφει τόσο ταπεινωτικούς όρους. Κάποιος, χαρακτηριστικά, διερωτήθηκε δημοσίως αν χάσαμε σε πόλεμο. Ειπώθηκε στη Βουλή: «Ενώσατε τους Σκοπιανούς για να διχάσετε τους Έλληνες». Αντιπροτείνω: «Χρησιμοποιήσατε τους Σκοπιανούς για να πατήσετε στο λαιμό τους Έλληνες».

Χαρακτηριστικό και κρίσιμο σημείο αυτού του πατήματος στο λαιμό, ήταν η ευρεία προπαγανδιστική προβολή του συνθήματος «Όχι στο μίσος και το σκοταδισμό», με την φαρδιά-πλατιά υπογραφή 158 καλλιτεχνών.
Πολλοί, στο διαδίκτυο, σχολίασαν τη λεπτομέρεια: δεν τους ξέρει ούτε ο ψιλικατζής της γειτονιάς τους. Άλλοι, εστίασαν στο ερώτημα: τι δουλειά έχουν οι καλλιτέχνες με την πολιτική. Ξεχνώντας, ίσως, πόσες πολιτικές θέσεις καλλιτεχνών έχουν επιδοκιμάσει.
Το βασικό, πάντα κατά την άποψη του ταπεινού υπογράφοντος, είναι άλλο: υπογράφουν κάτω από ένα κείμενο βγαλμένο από τα υπόγεια του μίσους και του σκοταδισμού. Κείμενο, δηλαδή, τελευταία λέξη της μόδας στη νεοταξική προπαγάνδα. Κείμενο που δεν θα έγραφε και ο πιο στρατευμένος καλλιτέχνης.
Επί της ουσίας, αυτό το κείμενο απέδιδε μίσος και σκοταδισμό στους πάντες αντίθετους στη συμφωνία. Συλλήβδην.
Και, εκεί ακριβώς, τίθεται το πιο κρίσιμο ερώτημα: έχουν την απαραίτητη νοητική ικανότητα να διακρίνουν; Μπορούν, δηλαδή, να αντιληφθούν ότι υπάρχουν πράγματι δύο ειδών αντίθετοι στη συμφωνία;
Μπορούν να αντιληφθούν ότι υπάρχουν αντίθετοι στη συμφωνία που ούτε μίσος τρέφουν και ούτε θα μπορούσε να τους αποδοθεί σκοταδισμός; Και, ατυχώς, η απάντηση είναι ένα ξερό όχι.

Μετά την ψυχρολουσία, λοιπόν, έχουμε την ευκαιρία να αρχίσουμε από τα πολύ-πολύ βασικά. Μία ιδέα: μήπως έχουμε να κάνουμε με βλάκες; Μήπως έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους τόσο πορωμένους που δεν είναι ικανοί να διακρίνουν διαφορές; Που δεν μπορούν να διακρίνουν διαφορές, όχι που δεν θέλουν –το τονίζω.
Μήπως δεν είναι καν σε θέση να αντιληφθούν στοιχειώδεις αντιφάσεις;
Ο ανθρώπινος πολιτισμός, έχει διατυπώσει ασφαλή και αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια για το ποιος σκέπτεται λογικά. Ο ανθρώπινος πολιτισμός, έχει από αιώνες ξεχωρίσει τη συζήτηση για το ΤΙ από τη συζήτηση για το ΠΩΣ.
Το ΤΙ σκέπτεται κάποιος, είναι μία πολιτική συζήτηση. Το ΠΩΣ  σκέπτεται, όμως, η εσωτερική πληρότητα του συλλογισμού, μαζί και των σε βάθος χρόνου συνεπειών του, δεν είναι πολιτική συζήτηση. Είναι απολύτως βέβαιος επιστημονικός έλεγχος.

Αν αυτή η σαφής διάκριση αναδειχθεί ως πόρισμα από τα τραγικά ευρήματα του Μακεδονικού, σε ολόκληρη την 28χρονή ιστορία του, τότε, ακόμη και αυτή η ασύλληπτης ασυναρτησίας και μειοδοσίας συμφωνία, θα φανεί όχι απλώς χρήσιμη αλλά πολύτιμη.


Αν αναγνωρίσουμε πρόβλημα σε άλλους, είναι πολύ ευκολότερο να τσεκάρουμε εαυτούς. Κι αν το καταφέρουμε πραγματικά, τότε η αλλαγή θα είναι θεαματική. Εκτός των άλλων, πολύ σύντομα θα έχουμε τη συμφωνία των Πρεσπών για χαρτί υγείας.

Κόρινθος 27 Ιανουαρίου 2019

Κώστας Τζαναβάρας





Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2019

Ανατομία της συμφωνίας των Πρεσπών


Διαβάζοντας κανείς προσεκτικά το κείμενο της αποκαλούμενης «συμφωνίας των Πρεσπών», διαπιστώνει κραυγαλέα λάθη της ελληνικής πλευράς. Και η καλύτερη συγκάλυψη αυτών των κραυγαλέων λαθών, είναι κάποια «γηπεδική» αντιπαράθεση. Οι διάφοροι χαρακτηρισμοί, δηλαδή, που επιδέχονται απάντηση γηπεδική.
Αντιθέτως, αξίζει να ιεραρχήσουμε τα ζητήματα, να βάλουμε τις προτεραιότητες που υπαγορεύει η κοινή λογική. Προτείνω να αφήσουμε τις λεπτομέρειες στους ειδικούς και τους μπερδεμένους.
Καθώς, λοιπόν, το καζάνι αρχίζει και βράζει, έχουμε και λέμε:

ΘΕΜΑ ΠΡΩΤΟΝ: Αναγνώριση της Ιστορίας
Άρθρο 7 παρ.4: «Το Δεύτερο Μέρος [δηλαδή τα Σκόπια] σημειώνει ότι η επίσημη γλώσσα του, η Μακεδονική γλώσσα, ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών. Τα Μέρη σημειώνουν ότι η επίσημη γλώσσα και τα άλλα χαρακτηριστικά του Δεύτερου Μέρους δεν έχουν σχέση με τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, την ιστορία, την κουλτούρα και την κληρονομιά της βόρειας περιοχής του Πρώτου Μέρους [δηλαδή της Ελλάδας].
Αυτή η «Σημείωση», αν εξαιρέσουμε κάποιες «ζαβολιές», συνιστά αποδοχή του αυτονόητου. Αυτονόητο για την Επιστήμη. Αυτονόητο για κάθε μορφωμένο άνθρωπο όπου γης. Αυτονόητη διαπίστωση της πραγματικότητας.
Όμως, ακόμη και η αποδοχή του αυτονόητου, εκεί που φθάσαμε, θα ήταν μεγάλη διπλωματική επιτυχία της Χώρας μας. Δεν είναι, ή δεν είναι ακόμη, γιατί αυτή η αναγνώριση ευνουχίζεται με το πνεύμα και το γράμμα όλης της υπόλοιπης συμφωνίας. Και έχει ύπουλα κρυμμένο, μάλιστα, το boomerang εναντίον μας.

ΘΕΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟΝ: Υποβάθμιση της Ιστορίας
Μία στοιχειωδώς καλόπιστη συμφωνία, με σκοπό πράγματι την «εμπέδωση σχέσεων καλής γειτονίας», θα είχε την ως άνω «Σημείωση» ως Προοίμιό της. Όχι κάπου βαθιά χωμένη και κρυμμένη, δηλαδή. Θα ήταν ιδανική αρχή για μία ενάρετη επανεκκίνηση σχέσεων.
Ξεκαθαρίζει –επαναλαμβάνω: αν εξαιρέσουμε κάποιες «ζαβολιές»– το κυριότερο σημείο τριβής. Και αυτό το ξεκαθάρισμα, έχει αυτονόητες συνέπειες σε όλα τα προς επίλυση διμερή ζητήματα. Αρχής γενομένης, φυσικά, από το πλέον ηχηρό: το όνομα του βόρειου γείτονά μας. Ταυτόχρονα, αρχίζει και βάζει στη θέση του τον ένα γείτονα.
Αλλά, μία τίμια και αξιοπρεπής συμφωνία, δεν μπορεί παρά να περιλάμβανε –αμέσως παρακάτω– κάποιου είδους απολογία του μέρους που πλέον αναλαμβάνει –εμμέσως πλην σαφώς–  ευθύνες για την τριαντάχρονη αντιπαράθεση. Εκτός, αν δεν καταλαβαίνουμε ότι άλλα έδειχνε π.χ. η ονομασία του διεθνούς αεροδρομίου των Σκοπίων. Τέτοιο δείγμα έμπρακτης μεταμέλειας, υπάρχει μόνον στα περί συμβόλου στη σημαία τους (αρθρ.8, παρ.3).
Υπό αυτό το πρίσμα, αυτή η υποβάθμιση της αναγνώρισης της ιστορικής αλήθειας, είναι το πλέον χαρακτηριστικό στοιχείο αυτής της συμφωνίας. Αποκαλύπτει τον εμμένοντα χαρακτήρα των βορείων γειτόνων μας, αλλά και εκθέτει την ελληνική εκπροσώπηση. Πειράται να προσβάλλει βάναυσα την ίδια την ιστορική αλήθεια.

ΘΕΜΑ ΤΡΙΤΟΝ: Διαστροφή του ονοματολογικού
Στο ίδιο άρθρο 7, συμφωνείται κάτι ιδιαιτέρως πρωτότυπο. Οι όροι «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» έχουν –λέει– διαφορετικό νόημα για το κάθε ένα μέρος. Ρητώς αναγνωρίζονται, δηλαδή, δύο διαφορετικές «αντιλήψεις».
Μία τίμια και αξιοπρεπής συμφωνία, όμως, θα αναγνώριζε ρητώς ότι οι δύο αυτές λέξεις είναι ελληνικές. Υπό αυτό το πρίσμα, της διμερώς αναμφισβήτητης πλέον ιστορικής αλήθειας, η συμφωνία θα ρύθμιζε αναλόγως τα της χρήσης του ονόματος από το δεύτερο μέρος. Θα έβαζε σε νέο πλαίσιο τις διμερείς σχέσεις.
Είναι αναντίρρητο ότι κατοικούν σε τμήμα της γεωγραφικής περιοχής που ονομάζεται «Μακεδονία». Και, καλώς εχόντων των πραγμάτων, κανείς νουνεχής δεν θα τους αρνούνταν το δικαίωμα να αυτοαποκαλούνται αναλόγως. Αλλά και η χρήση του ονόματος, δεν μπορεί παρά να τίθεται υπό το πνεύμα της ιστορικής αλήθειας. Δεν μπορεί παρά να αναγνωρίζει και να σέβεται, δηλαδή, τα υπέρτερα ελληνικά δικαιώματα.
Αυτό θα έπρεπε να είναι πια κοινό αυτονόητο. Προκύπτει, αβίαστα και αναπόδραστα, από τα αναφερόμενα στην ως άνω «Σημείωση». Και, παράλληλα, θα έπρεπε να αποκαλυφθεί ότι, στο ξεκίνημα του θέματος, προ 30ετίας, όχι μόνον δεν υπήρξε κάτι τέτοιο στις πράξεις των Σκοπιανών, αλλά θέλησαν να μονοπωλήσουν και το όνομα και την Ιστορία.
Αβίαστα, λοιπόν, προβάλλει ότι η συμφωνία εξομοιώνει δύο δικαιώματα χρήσης του ονόματος που ΔΕΝ είναι όμοια. Το όνομα είναι ελληνικό. Και δεν μπορεί να θεωρείται ικανός να υπογράψει συμφωνία φιλίας, ο γείτονας που προσπαθεί πεισματικά να το σφετερισθεί.

ΘΕΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟΝ: Αποδοχή της ταυτότητας
Αξίζει να παρατηρήσει κανείς ότι, ενώ ρητώς αποδέχονται ότι η γλώσσα τους είναι Σλαβική, αποφεύγουν χαρακτηριστικά να πάρουν τις αντίστοιχες αυτονόητες αποστάσεις από τον καθαρά ελληνικό όρο.
Θέλουν τη γλώσσα τους «Μακεδονική», αντί για «Σλαβομακεδονική». Την ιθαγένειά τους, το ίδιο. Μαζί, προτιμούν και το «Βόρεια Μακεδονία». Αλήθεια: τόσο πολύ ντρέπονται που είναι Σλάβοι, και αποφεύγουν το «Σλαβο-» όπως ο διάολος το λιβάνι;
Στο ίδιο θέμα, ας προσέξουμε πως εκείνη η ιδέα για «Severna Makedonija», αμετάφραστο και erga omnes, απεδείχθη τελικά μία ακόμη κυβερνητική φάρσα.

ΘΕΜΑ ΠΕΜΠΤΟΝ: Ισοπέδωση των συμπεριφορών
Άρθρο 8, παρ.5: «(…) Κοινή Διεπιστημονική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων σε ιστορικά, αρχαιολογικά και εκπαιδευτικά θέματα, για να εξετάσει την αντικειμενική, επιστημονική ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων βασισμένη σε αυθεντικές, στοιχειοθετημένες και επιστημονικά στέρεες ιστορικές πηγές και αρχαιολογικά ευρήματα» -τι να πρωτοθαυμάσει κανείς σε αυτό το μαργαριτάρι;
Αφ’ ενός, απ’ ό,τι φαίνεται, πρόκειται να καινοτομήσουμε επί της Επιστήμης. Η συγγραφή της Ιστορίας, τουτέστιν, παραπέμπεται σε επιτροπές.
Αφ’ ετέρου, όμως, το βασικό είναι η καθαρά μειοδοτική αποδοχή ομοιότητας των συμπεριφορών μας. Και είναι γενικό το φαινόμενο στους όρους της συμφωνίας. Αποδεχόμαστε, κατ’ ουσίαν, ότι τους μιμούμαστε. Ότι κάνουμε τα ίδια. Σαν να χρειάζεται έλεγχος μήπως τα σχολικά βιβλία μας τους αδικούν, μήπως έχουμε αλυτρωτικές σκέψεις, μήπως … μήπως…
Είναι σαν να υπογράφουν συμβόλαιο, ο κλέφτης κι ο νοικοκύρης, ότι από εδώ και πέρα δεν θα κλέβει κανείς τους… Όχι;

ΘΕΜΑ ΕΚΤΟΝ: Άκρον άωτον της μειοδοσίας
Κι αν όλα αυτά αξίζει να πει κανείς να τα καταπιούμε, μπας και ξεμπερδέψουμε με δαύτους που μπλέξαμε, να το boomerang. Αλήθεια: προσέξαμε πώς αποκαλεί την Μακεδονία μας η ως άνω «Σημείωσή» τους;
Απάντηση: ούτε λίγο, ούτε πολύ, «βόρεια περιοχή του Πρώτου Μέρους». Προφανώς, δεν υπήρξε κάποιο κοινής αποδοχής όνομα. Εν ολίγοις: τρέχα γύρευε σε τι δουλειές με φούντες θα βάζουν οι γείτονες το «Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας» μας, την ώρα που θα επικαλούνται παντοειδείς τρυπίτσες της συμφωνίας.
Αλλιώς: μήπως να ρωτήσουμε τον κ. Ζάεφ πώς να λέμε την Μακεδονία μας; Ή, μήπως, να μας απαντήσει εκ μέρους του ο εν Αθήναις ομοϊδεάτης του;

Το γενικό συμπέρασμα, πάντα στα πλαίσια της κοινής λογικής, νομίζω ότι προβάλλει αβίαστο: αντί να κλείνει ένα θέμα-γάγγραινα, έστω όπως-όπως, μάλλον ανοίγει περισσότερο. Και ανοίγει με τις χειρότερες προϋποθέσεις εθνικής μας αξιοπρέπειας. Επιτρέπουμε τον χυδαίο χλευασμό μας. Είναι ξεκάθαρο.
Ως προς την κυβερνητική πλευρά, θα άξιζε ίσως να εκμαιεύσει κανείς κάποια απάντηση σε όλα τα ως άνω ερωτήματα. Η εικόνα που σχηματίζει, όμως, ένας νηφάλιος παρατηρητής των τεκταινομένων, είναι ότι αυτή η κυβέρνηση έχει πέσει πάρα πολύ χαμηλά. Χρησιμοποιεί το θέμα για να υποδείξει τα ουκ ολίγα προηγούμενα λάθη των πολιτικών της αντιπάλων. Επίσης, για να εντείνει την αίσθηση ανημπόριας στον Ελληνικό Λαό. Εξ ου και τα χημικά.
Πάντως, θεωρητικά τουλάχιστον, υπάρχει η περίπτωση να αναγνωρίσουν ανθρώπινο σφάλμα. Ατασθαλία, παρεμπιπτόντως, είναι ομηριστί ένα λάθος που κάνεις, ή συνεχίζεις, ενώ σου έχει υποδειχθεί ρητώς…

Σε κάθε περίπτωση, είναι τέτοιος ο συνδυασμός ασυναρτησίας και μειοδοσίας, ώστε αβίαστα προβάλλουν σκληρά ερωτήματα. Τόσο για τις προθέσεις, όσο και για τις στοιχειώδεις ικανότητες.

21 Ιανουαρίου 2019

Κώστας Τζαναβάρας

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019

To Brexit, or not to Brexit?


O Winston Churchill, το μακρινό 1946, εκφώνησε στη Ζυρίχη έναν ιστορικό λόγο. Με ανοικτές τις πληγές του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και νωπές τις μνήμες του Πρώτου, μίλησε για την «τραγωδία της Ευρώπης». Πρόφερε αλήθειες για τους Τευτονικούς λαούς, τη Γερμανία και τα αίτια. Και διερωτήθηκε: «Είναι άραγε το μοναδικό μάθημα της Ιστορίας ότι η ανθρωπότητα είναι ανεπίδεκτη μαθήσεως (unteachable);»

Αξίζει, πρώτα απ’ όλα, σε αυτό το εμπνευσμένο κείμενο, να προσέξει κανείς την μεγαλοφροσύνη του απέναντι στην ηττημένη. Οραματιζόταν μία «πνευματικά μεγάλη» Γερμανία. Και την έβλεπε να συνεταιρίζεται με μία επίσης πνευματικά μεγάλη Γαλλία. Οι δύο μαζί, έλεγε, θα ξεκινούσαν τις «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης». [Συγκρίσεις;]
Περαιτέρω, είχε προδιαγράψει αδρομερώς και την σταδιακή εξάπλωση του εγχειρήματος σε όλη την Ευρώπη. Φρόντισε, μάλιστα, να εισηγηθεί να αναλάβουν «φίλοι και εγγυητές (sponsors) της νέας Ευρώπης» η χώρα του, οι ΗΠΑ και η τότε ΕΣΣΔ.
Αξίζει πράγματι να μελετηθεί αυτό το βαρυσήμαντο ντοκουμέντο. Κι ακόμη περισσότερο, αξίζει να απαντηθεί η εξής απλή ερώτηση: τι θα έλεγε σήμερα ο εισηγητής της ευρωπαϊκής συνεργασίας; Τι θα έλεγε για το Brexit;
Πιστεύω ότι θα επαναλάμβανε το γνωστό απόφθεγμά του: “Only foolish dont change their mind” (Μόνο τρελοί δεν αλλάζουν γνώμη). Ή, κάτι σαν «Τι γύρευε τόσα χρόνια η αλεπού στο παζάρι;»
Η ουσία, επεξηγώ, είναι ακριβώς αυτή: δεν εννοούσε συμμετοχή της Μ. Βρετανίας στο εγχείρημα. Και ουδέποτε θα διενοείτο κάτι τέτοιο. Εξ ου, και τα περί εγγυήσεων. Ήταν τόσο αυτονόητο, ώστε ούτε καν το ανέφερε. Αλλά είναι σαφές.
Ατυχώς, η ανομολόγητη τραγωδία της σημερινής Ευρώπης, περιλαμβάνει και την αδυναμία των περισσοτέρων ευρωπαίων να αντιληφθούν το πνεύμα του Βρετανού ανδρός. Οι περισσότεροι, διαβάζοντας προκατειλημμένοι, θα τον έβλεπαν αναφανδόν αντίθετο στο Brexit. Οι αυτονόητοι λόγοι ουσίας, όμως, φάνηκαν μετέπειτα ξεκάθαρα.

Φυσικά, είχαν πάει στην άκρη το 1973, όταν η Μ. Βρετανία προσχωρούσε στην τότε ΕΟΚ. Είναι λογικό να υποβαθμίσθηκαν, στα πλαίσια υψηλών προτεραιοτήτων του Ψυχρού Πολέμου. Ίσως, και υπό κάποιο κλίμα βάσιμης αισιοδοξίας για αλλαγή μυαλών στην ηπειρωτική Ευρώπη. Ίσως, ακόμη, επειδή η Γηραιά Αλβιών είχε πια αποδεχθεί ότι δεν είναι υπερδύναμη.
Στην πράξη, φάνηκε η βαθιά διαφορά αντιλήψεων. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι θέσεις της Μ. Βρετανίας, σε διάφορα κοινοτικά ζητήματα, την έφερναν μόνη απέναντι σε κοινή θέση των υπολοίπων.
Η πιο ηχηρή διαφωνία, αν και όχι με όλους, ήταν η αποχή από το ευρώ. Κάπου το 1990, έμεινε στην Ιστορία της Βουλής των Κοινοτήτων η γενική θυμηδία, μέχρι καγχασμών, που προκάλεσε το περίφημο “What a good idea!” (Τι θαυμάσια ιδέα!). Η βαρόνη Margaret Thacher, σχολίαζε καταλλήλως τα τότε σχέδια.
Η σύγκριση είναι τραγική: αυτό που καταλάβαιναν προκαταβολικά οι Βρετανοί, κάποιοι ούτε καν τώρα το υποψιάζονται.


Πιο πρόσφατα, το 2015, ακριβώς ένα χρόνο πριν το δημοψήφισμα, η εμβληματική Βασίλισσα Ελισάβετ Β’, έχουσα αναλάβει επί Churchill, βρέθηκε και στο Βερολίνο. Και, τελείως χαλαρά και αδιάφορα, πρόφερε επισήμως μερικές λέξεις ανησυχίας για διασπάσεις της Ε.Ε. προς δυσμάς.
Κάτι σαν κεραυνός εν αιθρία με σιγαστήρα, αλλά να τίτλος εφημερίδων: «Μήνυμα Ελισάβετ κατά της διάσπασης της Ε.Ε. στα δυτικά και στα ανατολικά» –ποιος να πάρει πρέφα; Ή, ακόμη χειρότερα, ποιος καταλαβαίνει την τροχιοδεικτική βολή έστω τώρα;

2 μόλις ημέρες πριν το δημοψήφισμα, πάντα τελείως χαλαρά και αδιάφορα, η ιδία, κούνησε ελαφρώς το δαχτυλάκι της: “Could you please tell me three good reasons to remain?” (μπορείτε παρακαλώ να μου πείτε τρεις καλούς λόγους για να «μείνουμε»;), ρώτησε εκλεκτούς συνδαιτυμόνες της.
Η είδηση, βέβαια, δ-ε-ν είναι η ασυνήθιστη διαρροή από βασιλική ομήγυρη. Ειπώθηκε, σίγουρα, για να διαρρεύσει. Το θέμα είναι ότι ευρωπαίοι αδυνατούν να αντιληφθούν ποια θέση στήριζε η «αθώα» ερώτηση.
Προφανώς, είχε εξαντλήσει τα συνταγματικά περιθώρια πολιτικών παρεμβάσεων. Είχε λόγους, φυσικά, για να κάνει κάτι τέτοιο. Και τους είχε υπαινιχθεί περίτεχνα, σε ανύποπτο χρόνο, και στον καταλληλότερο τόπο. Σωστά;

Το γενικό συμπέρασμα, όθεν, προβάλλει παντελώς αναπόδραστο: η ιθύνουσα τάξη της Αγγλίας ήταν και είναι σταθερά αντίθετη στην συμμετοχή σε ευρωπαϊκές συναθροίσεις. Και, καθώς οι καιροί –φευ!– άλλαξαν, μαζί και οι προτεραιότητες, οι τωρινοί λόγοι αποχώρησης δείχνει να είναι πολύ σοβαρότεροι από σύνορα, βίζες, συναλλαγές, μετανάστευση και τα συναφή πεζά.
Πολύ απλά, είναι λόγοι DNA. Δεν ταιριάζουν τα χνώτα τους. Ούτε με γερμανικές χοντράδες, αλλά ούτε και με γαλλικές φαντασιώσεις. Με επιπολαιότητες νοτίων; Χώρια η αφόρητη κοινοτική γραφειοκρατία.

Υπό αυτό το πρίσμα, μπορεί να δει κανείς με κάποια συμπάθεια τα αναγραφόμενα στον τύπο. Ευλόγως, όμως, η επιτυχής[;] ανάλυση της στρατηγικής, απλοποιεί την ερμηνεία της τακτικής. Κι αν χρειάζεται κάτι πιο πεζό, ίσως αρμόζει κάτι που να αξιοποιεί την γνωστή συνταγή ερευνών “Follow the money” (ακολούθησε το χρήμα).
Είναι απλό: το όλο κλίμα ανησυχίας, κατεβάζει τις αποτιμήσεις. Μαζί, φέρνει και τη στερλίνα σε επίπεδα εμφανώς κάτω της αξίας της. Άρα, η όλη κατάσταση στις αγορές, ευνοεί αυτούς που προσέρχονται ψύχραιμοι, προσβλέποντας στο μέλλον της Μ. Βρετανίας.

69 ημέρες πριν την 29η Μαρτίου, λοιπόν, οι ενδιαφερόμενοι, έχουν να σκεφθούν ποιες στρατηγικές αποφάσεις υπόκεινται των καθημερινών ειδήσεων.
Let Britain arise” (αφήστε τη Μ. Βρετανία να σηκωθεί) –αν αντικαταστήσουμε το “Europe” στο ευγενές σύνθημα του 1946. Και η λήξη και μόνον της εκκρεμότητας, θα είναι λυτρωτική.

Αν χρειάζονται περισσότερα, για λόγους πληρότητας των συλλογισμών, αλλά και για ευρύτερη αντίληψη της δυναμικής των περιστάσεων, θα πρότεινα πρώτον να ληφθεί υπ’ όψιν η μείζων αλλαγή διεθνούς τοπίου λόγω Trump. Κάποιοι αντιλαμβάνονται πια ότι το γνωστό “America first”, είναι μάλλον καλύτερα να το βλέπουμε ως ντιρεκτίβα προς μίμησιν.
Κάπως έτσι, δεύτερον, θα επανέφερα το ερώτημα: «Στο βάθος, ίσως διακρίνεται και κάποιος άλλος ψυχρός υπολογισμός. Η Γερμανία, είναι λογικό να αναρωτιέται τι άλλο της χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση. Τι άλλο έχει να κερδίσει –ως συνεταίρος – από τα εξουθενωμένα θύματα της πολιτικής της;»
Για περισσότερα: «Πού πηγαίνει η Ευρώπη;» (18.9.16 –ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ φ.1513/22.9.16).
Και, τρίτον, θα πρότεινα συνειρμούς με γνωστή στιχομυθία, πάλι του Winston Churchill. Κοσμική κυρία, λέγεται, εξέφρασε αισθήματα ούτω πως: «Sir, αν ήμουν σύζυγός σας, θα σας δηλητηρίαζα». Η περιφανής απάντηση του «Πατέρα της Νίκης», ίσως λύνει τις τρέχουσες απορίες ορισμένων: «My lady, αν ήμουν σύζυγός σας, θα το έπινα».

Κόρινθος 20 Ιανουαρίου 2018

Κώστας Τζαναβάρας





Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2019

Απέναντι στην κατά Orwell «εγκληματόπαυση»


Αν ενδιαφέρεται κανείς να δοκιμάσει τις γνώσεις του στον Οργουελισμό, δηλαδή στις προ 70 ετών διορατικές εκτιμήσεις του George Orwell, έχει μία καλή ευκαιρία με test επί της επικαιρότητας: να ερμηνεύσει τα τεκταινόμενα με το περίφημο τείχος στα νότια σύνορα των ΗΠΑ.
Σίγουρα, πρόκειται για περιπεπλεγμένη υπόθεση. Δεν είναι καθόλου εύκολο να βγάλει κανείς άκρη.

Δεν είναι καθόλου εύκολο να καταλήξει κανείς σε εδραία συμπεράσματα. Δεν είναι καθόλου εύκολο, όμως, να κάνει και από την πλευρά του κάτι απαραίτητο: να θέσει σε αμφιβολία τα προηγούμενα συμπεράσματά του. Ιδίως, εκείνες τις «σίγουρες» θεωρίες/πληροφορίες…
Πρόκειται, σαφώς, για χάος. Χάος ψεμάτων, ανακατεμένων με βαριές αλήθειες. Μαζί, πάνε και οι καθιερωμένες μπλόφες. Πώς να βγάλει κανείς άκρη;

Μια πρώτη καλή ιδέα, πιστεύω, είναι να αρχίσουμε από κάποιο ερώτημα που έχει αναπόδραστη απάντηση. Έχουμε, λοιπόν, και λέμε:
[1] Η προεκλογική εξαγγελία Trump για “wall” έχει χαρακτηρισθεί ρατσιστική.
[2] Οι Δημοκρατικοί, τώρα, προτείνουν υπερηφάνως “smart and effective” (έξυπνες και αποτελεσματικές) λύσεις για την ασφάλεια των συνόρων.
[3]  Ερώτηση: γιατί το τείχος του Trump είναι ρατσισμός, ενώ οι λύσεις των Δημοκρατικών δεν είναι ρατσισμός;
«Η διπλή σκέψη είναι η ικανότητα να έχεις ταυτόχρονα δύο πεποιθήσεις αντιφατικές μεταξύ τους και να παραδέχεσαι και τις δύο» –η ίσως σχετική πρόβλεψη του οργουελικού μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας «1984».
Επισήμανση: το πρόβλημα ΔΕΝ είναι με αυτούς που έχουν κάποια σοβαρή απάντηση στην ως άνω ερώτηση. Μόνον που «μη σοβαρή» απάντηση είναι η «επειδή ο Trump είναι ρατσιστής». Πρόκειται για –πώς το λέγαμε παλιά;–  «λήψη του ζητουμένου». Σωστά;
Επεξήγηση:  το πρόβλημα είναι με αυτούς που ΔΕΝ έχουν κάποια σοβαρή απάντηση στην ως άνω ερώτηση, και ταυτόχρονα ΔΕΝ βλέπουν την αντίφαση και τη σημασία της. Δεν βλέπουν, δηλαδή, την αναπόδραστη ανατροπή στις μέχρι τώρα πεποιθήσεις τους.

Μια άλλη καλή ιδέα, είναι να αρχίσουμε από το κυριότερο ερώτημα. Τουτέστιν: να δούμε τις προτεραιότητες. Φυσικά, σκεπτόμενοι απροκατάληπτα.
Να δώσουμε απάντηση, δηλαδή, επί του προκειμένου, στην βασική ερώτηση: «ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ;» Κάνοντας και μία ανθρωπίνως δυνατή προσπάθεια να την διαχωρίσουμε σαφώς από την παρακάτω: «ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΟΥΜΕ;»
Για περισσότερα: «Τί θα έλεγε ο Orwell στον Trump;» (6.1.19 –ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ φ.1628/10.1.19)
Αξίζει να δούμε προσεκτικά την σχετική απάντηση των Δημοκρατικών, όπως προκύπτει από το γνωστό (8.1.19) τηλεοπτικό μήνυμα των Pelosi-Schumer. Και είναι –στα Αγγλικά– μονολεκτική: Trump. Να το κατηγορητήριο:
[1] Έκλεισε την κυβέρνηση –το γνωστό “shutdown”– και μάλιστα χωρίς κάποια λογική (“senseless”).
[2] Παραπληροφορεί (“misinformation”) και μάλιστα με μοχθηρία (“malice”).
[3] Φτιάχνει έναν τοίχο δαπανηρό και αναποτελεσματικό (“expensive and ineffective”), κι ενώ μάλιστα είχε πει ότι θα τον πλήρωνε το Μεξικό.
[4] Αρνείται τις «έξυπνες και αποτελεσματικές» λύσεις των Δημοκρατικών για την ασφάλεια των συνόρων.
Και, εν τέλει: [5] Κατασκευάζει (“manufacturing”) μία κρίση.
Επί της ουσίας, δηλαδή, οι Δημοκρατικοί βλέπουν κάποιο σημαντικό πρόβλημα, αλλά όχι στις διαστάσεις που προβάλλει ο Πρόεδρος, σκορπώντας –κατ’ αυτούς– φόβο (“fear”) στους πολίτες.
Πάντως, βλέπουν λύσεις. Και, με βλοσυρό ύφος, έως άγριο, προτείνουν επιτακτικά, και …εναντίον των προεδρικών μεθοδεύσεων, υπερκομματικές (“bipartisan”) νομοθετικές πρωτοβουλίες…

Αν πάμε στην άλλη πλευρά, [θυμίζω: είμαστε στην βασική ερώτηση: «ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ;»], αξίζει να προσέξουμε ότι ο Πρόεδρος Trump αποφεύγει επιμελώς να επαναλάβει την επιγραμματική θέση του επί του ευρύτερου προβλήματος: “drug-infested nation” (έθνος μολυσμένο από ναρκωτικά).
Προφανώς, αυτό έχει κάποια σημασία. Έχει σημασία, επίσης, ότι δεν του το καταλόγισαν οι –βλοσυροί κατά τα άλλα– εκπρόσωποι των Δημοκρατικών.  Έχει σημασία ότι δεν αμφισβήτησαν π.χ. τους αθρόους θανάτους από fentanyl –70.000 νεκροί το χρόνο.
Συνεπώς, τα πράγματα απλοποιούνται πολύ, αν πρώτα μας φύγει η περιέργεια: είναι ή δεν είναι; Και, κατά το γνωστόν, δεν υπάρχει «ολίγον έγκυος»…
Στη συνέχεια, κάθε ενδιαφερόμενος, για κάθε ένα από τα δύο ενδεχόμενα, μπορεί –αναλόγως– να κάνει τις εκτιμήσεις του. Αξιολογήσεις θέσεων, ερμηνείες συμπεριφορών. Προβλέψεις.

Αν, πάλι, χρειάζεται να κάνουμε μία γερή ανασκόπηση, ίσως θα ήταν χρήσιμο να δώσει ο καθένας μας την απάντησή του σε κάποια ερωτήματα που έχουν από καιρό τεθεί από τον ταπεινό υπογράφοντα.
Πού πηγαίνει η Αμερική ; (25.8.16 –Φ.τ.Κ. φ.1511/8.9.16)
Μετά τις midterms, τί; (11.11.18 –φ.1620/15.11.18)
Εν ολίγοις, χρειάζεται να δούμε καλά ΤΙ σερβίρεται και ΠΩΣ σερβίρεται.

Κατά τα άλλα, σύμφωνα με τον Orwell, «Εγκληματόπαυση είναι η ικανότητα να σταματάς αυτόματα, σαν από ένστικτο, στο κατώφλι μιας επικίνδυνης [σημ. δηλαδή αιρετικής] σκέψης». Μία περίτεχνη προσπάθεια επιβολής τέτοιας εγκληματόπαυσης, είναι το τηλεοπτικό μήνυμα των Δημοκρατικών. Επιδέξια, σταματούν σκέψεις του τηλεθεατή.
Παρακάτω: «Η λεπτομερής διανοητική αγωγή, στην οποία υποβάλλεται ως παιδί, (…) τον κάνει να μη θέλει και να μην μπορεί να σκεφθεί πολύ βαθιά για ο,τιδήποτε». Μήπως, κάποιος από όλους αυτούς τους περιώνυμους, είναι πρόθυμος για βαθυστόχαστες αναλύσεις του σοβαρού ζητήματος; Ρητορική η ερώτηση –σαφώς.

Με όλα αυτά, βέβαια, δοκιμάζονται και οι δικές μας νοητικές δεξιότητες. Κάπως έτσι, όμως, φθάνουμε στο κρίσιμο και χρήσιμο –για εμάς τους Έλληνες– ερώτημα: αυτό που υπεδείκνυε η πατρική προειδοποίηση «Προσέξτε μην αφήσετε ποτέ να σας κάνουν τα μυαλά κιμά» έχει εισακουσθεί ή όχι; Πιο πέρα: τι ΑΚΡΙΒΩΣ σημαίνει «τα μυαλά κιμάς»; Παρακάτω και τέλος: σε ποιους απευθυνόταν ο αλησμόνητος Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος;

Κόρινθος 13 Ιανουαρίου 2019

Κώστας Τζαναβάρας


Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

Τί θα έλεγε ο Orwell στον Trump;


Dear Donald,
Νήπιο ήσουνα, κάπου τριών χρόνων, όταν εκδόθηκε το βιβλίο μου «1984», ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας. Πολλοί, αναγνώρισαν σε αυτό προφητικά στοιχεία, στο βασικό θέμα: την ακραία καθυπόταξη της προσωπικής σκέψης από τους μηχανισμούς ενός απρόσωπου συστήματος.
Άλλοι, πάλι, εστίασαν την προσοχή τους εκεί που πράγματι αστόχησα στις προβλέψεις μου. Περιέγραφα αυτόν τον μηχανισμό ως «Κόμμα». Αυτό επέβαλλε, δίκην διεστραμμένης αστυνομίας, το ασφυκτικό κλίμα ελέγχου στους πολίτες. Μαζί, και στα ίδια τα μέλη του.
Δεν έγινε κάτι τέτοιο παλιομοδίτικο, ούτε από άλλο φορέα. Κι αν έβρισκες τον χρόνο να διαβάσεις το βιβλίο, κι εσύ πιθανότατα θα παρασυρόσουνα από αυτή την αστοχία. Και θα έβγαζες λάθος συμπεράσματα.
Στην πράξη, πράγματι, δεν υπήρξε αστυνομικής μορφής έλεγχος. Υπήρξε, όμως, ακόμη πιο ισχυρός μηχανισμός ισοπέδωσης του ατόμου, εκφυλισμού της σκέψης στην ουσία, μέσω ενός απρόσωπου μηχανισμού συμμόρφωσης. Το ίδιο το σύστημα, χωρίς κανένα κεντρικό έλεγχο, επιβάλλει κανόνες και συμμορφώνει τους πάντες. Η λεγόμενη «κορρεκτίλα».
Είναι φυσικός μηχανισμός, είναι φυσική διεργασία. Είναι μηχανισμός αυτοτροφοδοτούμενος. Είναι αβίαστη φυσική κατάληξη της επικράτησης αντιλήψεων που βλέπουν μόνον υλιστικά την ανθρώπινη ζωή. Είναι φυσική κατάληξη, αν το θες, και της εξέλιξης της τεχνολογίας. Διαρκώς μειώνεται ο ανθρώπινος παράγοντας στα πάντα. Ατροφεί, έτσι, ο εγκέφαλός μας.
Σαν φυσικός μηχανισμός, μάλιστα, αυτό το απρόσωπο σύστημα, είχε τη σοφία να επιτρέψει ποικιλία απόψεων, αλλά μέσα στα δικά του όρια. Επίσης, επέτρεψε κατά καιρούς θνησιγενείς επαναστάσεις.
Και είναι τόσο ισχυρό αυτό το απρόσωπο σύστημα, που είναι ικανό να λιώσει τελικά ακόμη και τον Πρόεδρο της υπερδύναμης. Είναι πανίσχυρο σύστημα, αλλά νικιέται. Με τρόπο.

Dear Donald,
Σαν Αμερικανός, βέβαια, όλα αυτά τα βλέπεις σαν αμπελοφιλοσοφία. Ίσως δεν βλέπεις καν το απλούστατο: είσαι απαράδεκτη παραφωνία στο κλίμα συμμόρφωσης. «Όσο πιο έξυπνος είναι κανείς, τόσο λιγότερο φυσιολογικός».
Θέλεις, λοιπόν, χειροπιαστά πράγματα. Θέλεις ό,τι αφορά το ΤΩΡΑ. Θέλεις απολύτως Εφαρμοσμένη Φιλοσοφία –κι αν. Θέλεις λύσεις.
Κάπως έτσι –μου επιτρέπεις!– ξεχνάς τι είχες πει εσύ ο ίδιος στην κρισιμότερη προεκλογική ομιλία σου. Ήταν στο West Palm Beach, FL, στις 13 Οκτωβρίου του ’16, που είχες χαρακτηρίσει εαυτόν “Insider” –προνομιούχο του συστήματος δηλαδή.
Τώρα που διαβάζεις αυτό το γράμμα μου, μπορεί να θυμηθείς ότι εκείνες τις μέρες ήσουνα μία «σφαγμένη» υποψηφιότητα. 

Είχες θυμηθεί δημοσίως τους φίλους σου που σε είχαν προειδοποιήσει για «Κόλαση». Εξήγησες δημοσίως γιατί το σύστημα σε στοχοποίησε τόσο έντονα. Εξέθεσες δημοσίως τα προσωπικά σου κίνητρα, μίλησες δημοσίως για ανταπόδωση στην πατρίδα που σου έδωσε τόσα πολλά.
Πολύ φοβάμαι, όμως, ότι δεν θα θυμηθείς το [εννοείται: για μένα!] πιο βασικό που είπες. Μίλησες για μάχη για τον ίδιο τον πολιτισμό μας. Το ξέχασες. Ε λοιπόν, τώρα είναι η ώρα για να καταλάβεις και τι είπες ΤΟΤΕ και τι ακριβώς συμβαίνει ΤΩΡΑ. Το τονίζω: ακριβώς.

Το δεύτερο, το είπες ο ίδιος προ ημερών στο υπουργικό σου συμβούλιο: “They didn’t get what I was saying” (δεν καταλάβαιναν τι τους έλεγα). Να σου πω γιατί: αυτά που λες είναι γι’ αυτούς η «παλαιόσκεψη» που αναφέρω. Έχουν τόσο συνηθίσει στην «Νέα Ομιλία» που προδιέγραψα, ώστε τους είναι αδύνατον να καταλάβουν τι λες. «Στη Νέα Ομιλία δεν ήταν δυνατό να παρακολουθήσεις μιαν αιρετική σκέψη, πέρα από την αντίληψη ότι ήταν αιρετική».
Να στο πω κι αλλιώς: δεν είναι “Obstructionists”(κωλυσιεργοί), όπως τους χαρακτηρίζεις. Τους είναι αδύνατον να συμφωνήσουν μαζί σου. Κι αν δεν μπορείς να διακρίνεις τη λεπτή διαφορά, ανάμεσα σε αυτά τα δύο, τότε το πράγμα σοβαρεύει επικίνδυνα…

Dear Donald,
Δεν είναι κωλυσιεργοί, είναι παγιδευμένοι. Δες την κρίσιμη διαφορά. Ο κωλυσιεργός έχει πρόθεση, ο παγιδευμένος είναι –σχεδόν– αθώος. «Δείχνουν θρασύτητα στην ηθελημένη διαστροφή των γεγονότων», πράγματι. Αλλά, τώρα πια, δεν λένε ψέματα –τα πιστεύουν.
Ο κωλυσιεργός, συνεχίζω, δεν παίρνει από λόγια. Ο παγιδευμένος, παίρνει από κατάλληλα λόγια. Κι όλο το μυστικό, είναι ποια θα ήταν τα κατάλληλα.
Ακατάλληλα λόγια, προφανώς, είναι αυτά που χρησιμοποιείς. Αλλιώς, με όσα έχεις κάνει, αντί για «κόκκινο πανί» που σε έχουν, θα σε είχαν «θεό τους». Πάρ’το και σαν κομπλιμέντο –έστω ξινόγλυκο.
Κατάλληλα λόγια, λοιπόν, θα ήταν αυτά που θα τους ξαναδίνουν συνείδηση. Αυτά που θα τους κάνουν, γλυκά-γλυκά, να εγκαταλείψουν τις προκαταλήψεις της σκέψης τους, Να σκεφθούν όχι με ταμπέλες και κανόνες, αλλά πάνω στην πραγματικότητα. Ελέγχοντας, τουτέστιν, τις ταμπέλες και τους κανόνες.
Ταυτόχρονα, θα διαλύσουν τη χρόνια σύγχυση. Θα μάθουν να διακρίνουν. Έννοιες, θέματα, ερωτήματα. Θα ξεχωρίσουν, κυρίως, το ΤΙ από το ΠΩΣ.

Dear Donald,
Υποθέτω ότι περιμένεις παράδειγμα, και μάλιστα στο ζέον θέμα με το τείχος. Υποθέτω, επίσης, ότι περιμένεις κάτι απλό. Και καλά κάνεις.
Η λύση, λοιπόν, είναι απλή. Θα πας τη συζήτηση ξανά στην αρχή: ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ; Και θα ξεχωρίσεις αυστηρά τη συζήτηση για την άλλη βασική ερώτηση: ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΟΥΜΕ;
Όλο το μυστικό για να φτιάξεις το τείχος σου, δηλαδή, είναι να φτιάξεις πρώτα ένα τείχος ανάμεσα στα δύο αυτά ερωτήματα. Κι αυτό το τείχος, το νοητό, θα το σεβαστείς πρώτος. Δεν θα ξεκινάς τη συζήτηση με το συμπέρασμά σου. Ούτε καν θα βάζεις τις αντίστοιχες απαντήσεις σου στο ίδιο κείμενο. Έχει σημασία. Καίρια.
Οι Ευρωπαίοι αμπελοφιλόσοφοι, το έλεγαν «κατηγορία του πέρατος» –αλλά καλύτερα άσ’το για την ώρα.

Dear Donald,
Αν θες να με ακούσεις, λοιπόν, θα κάνεις ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ συζήτηση για το πρόβλημα με την λαθραία μετανάστευση, με τη διακίνηση ναρκωτικών, με την διακίνηση fentanyl. Για το πρόβλημα με τη φύλαξη των συνόρων, για την «τρύπα» στη νομοθεσία για τους παράνομους μετανάστες.
Χειροπιαστά στοιχεία. Κόστος. Κόστος σε χρήμα, κόστος ανθρώπινο. Ανθρώπινες ζωές –το κυριότερο. Όλα τεκμηριωμένα και παραστατικά. Μην ξεχάσεις να παρατηρήσεις τα πρόσωπά τους να χλωμιάζουν καθώς θα γειώνονται.
Θα σε εντυπωσιάσει το πώς, μία τέτοια συζήτηση, θα απλουστεύσει το παρακάτω. Οι λύσεις θα φανερωθούν. Θα φανερωθεί και τι δεν είναι λύση. Θα φανερωθεί τι ύψους ποσά αξίζει να διατεθούν. Όλα θα γίνουν απλά.
Θα σου δώσω και ένα ακόμη μυστικό. Αλλά λίγο σε γρίφο. Δώσε βάση: «Έπρεπε να τους αποκαλείς όλους “συντρόφους” αλλά με μερικές γυναίκες χρησιμοποιούσες το “κυρία” ενστικτωδώς».
Οι «συντρόφισσες» σκέπτονται την αντιπαράθεση, οι κυρίες σκέπτονται τον κόσμο που θα ζήσουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Και, σαν καλές νοικοκυρές, ξέρουν να κάνουν κάτι που εσύ όχι μόνο δεν ξέρεις, αλλά ούτε πρόκειται ποτέ να μάθεις. Ξέρουν πώς να «το σερβίρουν».
Σου φθάνει, εν ολίγοις, μία τέτοια Κυρία, με το «κ» κεφαλαίο και bold, σε απλώς καλούτσικο πόστο «απέναντι». Καλούτσικο, νομίζω, θα έφθανε. Πόσο μάλλον…

Sincerely yours,

George


Κόρινθος 6 Ιανουαρίου 2019
Ο καταγράψας

Κώστας Τζαναβάρας
Υ.Γ. Με τις ευχές μου, κάποια στιγμή,
και πάνω από το 26.915,35